Της Ελένης Μπετεινάκη που γράφει, διαλέγει, προτείνει, παρουσιάζει και σχολιάζει αγαπημένα παραμύθια για τις μέρες των διακοπών...
Στην εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ : Διαβάστε τα εδώ :
Λίγο πριν τελειώσουν οι διακοπές του καλοκαιριού τα βιβλία, τα παραμύθια και οι ιστορίες είναι πάντα εδώ. Τ΄ αυγουστιάτικο φεγγάρι το ολόγιομο είτε στον ουρανό είτε σαν θεατρικό έργο πάντα γοητεύει και γεννά νέες ιστορίες για δράκους, πριγκίπισσες, ξωτικά, μάγους, νεράιδες. Μπορεί και κάποια στιγμή , πράγμα που συμβαίνει μια φορά κι ίσως μόνο στα παραμύθια να χαμογελάσει ακούγοντας την θεσπέσια μουσική συναυλία των τζιτζικιών στο ξέφωτο του δάσους με τις κουκουβάγιες κι όλα τα ζώα. Κι ίσως μια νύχτα του Αυγούστου να ξεχαστεί και να βρεθεί σε μια τρύπα, σ ένα κήπο να λέει φεγγαροκουβέντες με την μικρή Αφροδίτη .Κι ύστερα πάλι ίσως μια καρπουζιά να φυτρώσει στον ουρανό κι ένα παλληκάρι να κυνηγήσει τ΄όνειρο. Μυρωδιές αλησμόνητες φέρνουν τούτες οι ιστορίες, Χρώματα , αέρα και δώρα του δάσους, αρκεί ξέρει κάποιος να τα γευτεί, να τα μυρίσει και να τα ερμηνεύσει. Και αν πιστεύει πραγματικά στην φαντασία τότε θα βρεθεί σ΄ ένα μικρό πλανήτη που μοιάζει με τη γη και πράγματα παράξενα θα συμβούν… Κι ύστερα μπορεί να συναντήσετε κάποιο παιχνίδι που φτιάχτηκε από άμμο, ένα μπλέ πανί, ήλιο κι αγάπηί…
Ε, λοιπον ξέρετε κάτι σε ένα πράγμα θα με βρείτε σύμφωνη απόλυτα. Να, πως στο σχολείο το καλύτερο μάθημα είναι τα παραμύθια γιατί όπως γράφει κι η κυρία Γαλάτεια, αυτό λένε οι σοφοί του κόσμου κι εκείνη τους πιστεύει…
Κι η μόνη αλήθεια που μπορώ να σας πω για όλα τούτα τα φανταστικά κι αλλόκοτα είναι πως… τους πιστεύω κι εγώ !
Εκείνα τα χρόνια τα παλιά όλα ήταν διαφορετικά. Τα παιδιά έπαιζαν με τις ώρες στις αλάνες, στις εξοχές , στις ανηφοριές και κάμπους, στα φαράγγια και τις λίμνες. Χωρίς να φοβούνται. Μια τέτοια παρέα είναι και αυτή της Άννας ή καλύτερα της Μάου Μάου , όπως την φωνάζουν οι κολλητοί της, που καταφέρνει με τις πλάκες, τα αστεία και την ευστροφία της, αν και κορίτσι , να γίνει ο αρχηγός της γειτονιάς, μάλιστα ανάμεσα σε τόσα αγόρια. Όλοι τους παιδιά Δημοτικού, σκαρφίζονται χίλια δυο πράγματα για να περάσουν το χρόνο τους με περιπέτειες μοναδικές και ανεπανάληπτες. Μόνο με κορίτσι δεν μοιάζει η Άννα στους τρόπους και την συμπεριφοράς της, αλλά δεν την νοιάζει και πολύ αυτό. Ζουν όλα, μια παιδική ηλικία ξεγνοιασιάς, χαράς που ίσως κάπου να θυμίζει και εκείνα τα δικά μας τα χρόνια. Και τι δεν έκαναν, και που δεν πήγαν με τις ιδέες της. Στον Γατσοπνίχτη, στον Καταρράκτη, στο ξωκλήσι με το νεκροταφείο, στην Ανηφοριά, στις φυλακές. Μια αναδρομή λοιπόν, μια θύμηση σε εκείνα τα χρόνια , στις συνήθειες και συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων , εκεί γύρω στις δεκαετίες του ’60 και ΄70.Κι έτσι περνούσαν οι μέρες κι οι γιορτές, των Χριστουγέννων, της Αποκριάς με γλέντια και …φωτιές, ως την Πασχαλιά. Κι ύστερα ήρθε το καλοκαίρι και ξαφνικά όλα άλλαξαν. Η Άννα δεν θέλει πια να γυρνά μόνο με αγόρια αλλά της αρέσουν πια τα όμορφα πράγματα και τα φορέματα… Μάλλον εκείνη η …εφηβεία , έχει χτυπήσει την πόρτα της και στους φίλους της το ίδιο συμβαίνει. Ίσως με αφορμή εκείνο το έργο «Τ΄ Αυγουστιάτικο φεγγάρι», όλοι να νοιώσουν, να γευτούν την αλλαγή που έρχεται κι όλα εκείνα που υπεράσπιζαν με μανία και θάρρος, να τους φανούν ανούσια .Καινούργιοι δρόμοι θα ανοιχτούν μπροστά τους και σκέψεις και συναισθήματα…
Μια διαδρομή νοσταλγική , μια ιστορία για μεγάλα παιδιά που θα γεμίσει τις ψυχές τους χρώματα, αρώματα και μυρωδιές μιας άλλης εποχής και ίσως μέσα από τούτο το βιβλίο να καταλάβουν και τη δική τους αλλαγή, στο σώμα, στη σκέψη και στην καθημερινότητά τους, ακόμα και αν δύσκολα μπορούν να την εξηγήσουν.
2. Μια καρδιά στα δεξιά, Εύη Γεροκώστα( εικον: Αιμιλία Κονταίου), εκδ. Παρρησία
Κανέλα, λεβάντα, γιασεμιά, μυρωδιές που μοσχομυρίζουν και δύσκολα ξεχνιούνται, που είναι κλεισμένες μέσα στην ντουλάπα μαζί με κείνο το ξεχασμένο φόρεμα. Ένα φόρεμα που χαρίστηκε μια μέρα σ ένα κορίτσι, που το΄θελε να το φορέσει την ωραιότερη μέρα της ζωής του. Που το ζήτησε μια μέρα από το δέντρο, που δεν μιλεί αλλά νοιώθει. Και το δέντρο του κανε το χατίρι, μόνο που το πράσινο φόρεμα, Που σαν να πήρε το χρώμα του από τα φύλλα του, είχε μια καρδιά στα δεξιά. Κι έτσι κάπως γεννήθηκε τούτο το παραμύθι, από ένα λάθος, από μια λάθος θέση, εκείνης της καρδιάς πάνω στο φόρεμα. Έτσι ξεχάστηκε, κλεισμένο στην ντουλάπα του κοριτσιού, για μέρες, χρόνια ίσως , ώσπου μια μέρα κι ενώ εκείνη η καρδιά στη λάθος θέση συνέχιζε να χτυπά, το φόρεμα με το θυμωμένο κορίτσι επιστρέφεται στο δέντρο. Η βελούδινη καρδιά «πέφτει» στο χώμα και οι μικρές κλωστές που ΄ταν ραμμένη πάνω του ,μένουν εκεί. Τότε μιαν άλλη μέρα όλα θα αλλάξουν κι ένα αγόρι θα κάνει την καρδιά του κοριτσιού να μαλακώσει και το φόρεμα που θα της το χαρίσει αυτό το αγόρι, θα « αποκτήσει » την καρδιά στην σωστή της μεριά. Γιατί η υπομονή πάντα επιβραβεύεται, γιατί ο θυμός προκαλεί πόνο και γιατί η αγάπη όλα τα αλλάζει …
Αλλά και γιατί μια παραμυθού σαν την Εύηδεν θα μπορούσε παρά να γράψει μια υπέροχη ιστορία που ακούγοντας την , να ζωντανεύει με την φωνή της και την μοναδική μουσική του Γιάννη Μυγδάνη και τις ζωγραφιές της Αιμιλίας Κονταίου, μπαίνεις κι εσύ στο όνειρο και ταξιδεύεις μαζί με τις μέρες, τις νύχτες, πάνω από την πόλη, το δάσος, το δέντρο, το κορίτσι ίσαμε νάρθει εκείνη η μία , η μοναδική στιγμή , της ωραιότερης μέρας της ζωή σου!
Για μικρά παιδιά μα και για μεγάλους που αισθάνονται παιδιά!
3. Ελάτε να διαβάσουμε παραμύθια, Γαλάτεια Γρηγοριάδου – Σουρέλη, ( εικον : Κατερίνα Χαδουλού) εκδ. Ψυχογιός
Μια αγκαλιά γεμάτη παραμύθια είναι ετούτο το βιβλίο, το νέο και μοντέρνο μάθημα που διδάσκεται στο μεγάλο , μοναδικό και καινούργιο σχολειό του δάσους που δέχεται όλα τα ζώα και τα πουλιά .Πρώτη πρώτη η ιστορία του κυρ Μέντη του γκριζωπού γαϊδαράκου του κυρ Θανάση, που ΄χε φωνή τραγουδιστή , λέγαν τα παιδιά, σαν διαλαλούσε την πραμάτεια στις γειτονιές. Μόνο που το πήρε πάνω του ο κυρ Μέντης, αυτό που του παν τα παιδιά για την φωνή του κι έγινε υπερήφανος πολύ. Δεν καταδεχόταν πια ούτε το μικρό του δωμάτιο που χε σαν γείτονα τον Πέτρο ένα μαύρο άλογο. Αποφάσισε να πάει κι αυτός στην ιππευτική σχολή και το πάθημα του, σαν τον βρήκε λιπόθυμο ο κυρ Θανάσης του γίνε μάθημα…Κι ύστερα ακολουθεί η ιστορία του σκύλου του Μαύρου και της γάτας της Ασπρούλας που μάλωναν συνέχεια. Ώσπου μια πρωτοχρονιά η Ρηνούλα, η μικρή σπιτονοικοκυρά τους, έπαθε μια μεγάλη ζημιά. Το κρέας που είχε για να μαγειρέψει η μαμά της, στους καλεσμένους της το βράδυ …χάθηκε και ο Μάυρος, αν και υπαίτιος, κατηγόρησε την γάτα που διώχθηκε αμέσως στα κεραμίδια. Το βράδυ όμως της Πρωτοχρονιάς , όλα μπορούν να συμβούν , ακόμα και μια γάτα να συγχωρέσει έναν « χωριάτη » σκύλο .
Τρίτη ιστορία εκείνη το κόκκινου και του μαύρου μυρμηγκιού, παράδειγμα προς μίμηση για φίλους και εχθρούς, για ανήμπορους και άρρωστους όπως συνέβη στο παραμύθι με τον μικρό Στρουμπουλάκη που αν δεν ήταν ένας « θανάσιμος» εχθρός του εκεί στο δάσος όταν τον κτύπησαν και τον άφησαν τραυματισμένο στην άκρη, σίγουρα όλα στη ζωή του θα είχε τελειώσει.
Τελευταία, η ιστορία της κυρίας Τσαλαβούτα, μιας τσιπούρας που κοιτάζει μόνο τον εαυτό της και τα παιδιά της. Κι όταν βρεθεί σε κίνδυνο παρακαλεί τον ξιφία να μην την φάει, πράγμα που η ίδια ξεχνά σαν συναντά την μικρή κι ανυπεράσπιστη σαρδέλα.
Ιστορίες διαλεκτές , όπως είναι τα καλά παραμύθια που σκοπό έχουν και να διδάξουν και να παρηγορήσουν αλλά πάνω απ όλα να διασκεδάσουν!
Για παιδιά από 6 χρονών
4. Ο κλέφτης των καρπουζιών, Χρήστος Μπουλώτης,( Εικον : Φωτεινή Στεφανίδη),εκδ. Πατάκης
Αύγουστος ήταν, εκείνα τα χρόνια τα παλιά ,στην Πόλη, και κανείς δεν ήξερε αν όλα όσα συνέβαιναν ήταν αληθινά ή …παραμύθια. Όπως η καρπουζιά που σκαρφάλωσε πάνω ψηλά στον ουρανό, σ΄ένα σύννεφο που έμεινε ακίνητο και φύτρωσε ένα και μόνο καρπούζι, θεόρατο που σκίαζε την Πόλη από το μέγεθός του κι ήταν γλυκό σαν πετιμέζι. Χόρταιναν μ αυτό όλοι οι κάτοικοι και οι ξένοι που την επισκέπτονταν, οι περαστιοκοί, οι ι καμηλιέρηδες, οι ναυτέμποροι, οι σαλτιμπάγκοι, οι κτιστάδες και οι χαλκιάδες.
Μόνο που όλες από τότε, όλες οι άλλες καρπουζιές μαράθηκαν. Κανένας δεν παραπονέθηκε γι αυτό . Ισα ίσα γλέντια και χοροί γίνονταν και η φήμη του έφτασε σ όλο τον κόσμο. Για να το κόψουν ανέβαιναν στον ουρανό εκατό ζευγάρια χήνες δεμένες με κόκκινες κορδέλες που πάνω τους κρέμονταν παλληκάρια.
Την τρίτη χρονιά όλα άλλαξαν, κάποιος έκλεψε το μεγάλο καρπούζι κι όσους κι αν έβαλε να ψάξουν, ο μεγάλος άρχοντας απ άκρη σ΄ άκρη του ορίζοντα, κανείς δεν το είχε δει. Τα χρόνια περνούσαν και το ίδιο συνέβαινε κάθε χρόνο με τον κλέφτη των καρπουζιών. Η λύση δόθηκε όταν ένα δεκάχρονο αγόρι , ο μικρός γιος του φούρναρη, ανέβηκε και κρύφτηκε μέσα σ αυτό, παραφυλώντας να δει ποιος θα ερχόταν. Ένα όμορφο παλληκάρι ήταν ο κλέφτης, θλιμμένο , που βάζοντας σε δοκιμασία τον μικρό γενναίο αγόρι του διηγήθηκε την μαγεμένη του ιστορία. Μια ιστορία για τον άρχοντα του Αμάραντου Χαμόγελου, μιας άλλης ξακουστής πολιτείας που ζήλεψε ο μάγος με την τσίγκινη καρδιά και την μάγεψε κι όλα έγιναν θλιμμένα και στενάχωρα. Μέσα από περιπέτειες και μαγικές στιγμές που συμβαίνουν μόνο στα παραμύθια και με συντροφιά τη φλογέρα του μικρού αγοριού ,που έπαιζε μουσική, τα μάγια λύθηκαν , το χαμόγελο επέστρεψε στην Χώρα του παλικαριού και μαζί του κι οι χαρές, οι κάτοικοι, η ομορφιά και τα πανηγύρια. Ο μικρός γιος του Φούρναρη έγινε Υπουργός του Θάρρους στην δική του Πόλη, και η Ιστορία έγραψε με χρυσά γράμματα ένα σωρό εκδοχές για το τέλος της. Τούτη, την παραμυθένια, ο ίδιος διέσωσε για να θυμούνται όλοι τον « κλέφτη των Καρπουζιών »!
Κι όπως λεν τα παραμύθια έζησαν όλοι καλά κι εμείς καλύτερα. Ένα παραμύθι από τούτα τα παλιά γεμάτο χρώματα, εικόνες και νοσταλγικές στιγμές. Ο μύθος άραγε που συναντά την αλήθεια σε μια Πόλη που παραμένει θρύλος και μαγεία ακόμα και στις μέρες μας; Ίσως γιατί τον Αύγουστο με τον ξάστερο ουρανό και το ολόγιομο φεγγάρι , πάντα οι ιστορίες ζωντανεύουν και εκείνες που γράφονται, είναι οι πιο όμορφες , οι πιο παρα΄ξενς και οι πιο μαγικές!
5. Γιατί χαμογελάει αυγουστιάτικο φεγγάρι, Θάλεια Αντωνιάδη, (εικον: Χρήστος Δήμος), εκδόσεις Καστανιώτη.
Όλοι γνωρίζουμε τον μύθο του Αισώπου , που θέλει τον τζίτζικα να είναι τεμπέλη και να κάθεται όλη μέρα σε ένα κλαδί να τραγουδά σ΄όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού , ενώ το μυρμήγκι δουλεύει ασταμάτητα για τις προμήθειες του χειμώνα. Ο βασιλιάς των τζιτζικιών, μην αντέχοντας άλλο αυτή τη « συκοφαντία » για τον λαό του, καλεί τον τελάλη Τζικ για να μαζέψει μια μέρα όλα τα τζιτζίκια, και να τους πει πως είναι καιρός να ψάξουν να βρουν μια δουλειά να τους ταιριάζει. Ύστερα από διάφορε μικροπαρεξηγήσεις και ασάφειες , καταφέρνουν να συγκεντρωθούν και να ακούσουν το βασιλιά τους, χωρίς όμως να ενθουσιαστούν και πολύ με την ιδέα του. Σε μια βδομάδα που ανανεώνεται το ραντεβού τους κανείς δεν έχει βρει δουλειά ταιριαστή για ένα τζιτζίκι κι ο καθένας έχει επιστρέψει στη φωλιά του κάνοντας αυτό που μόνο τόσο καλά ξέρει να κάνει, να τραγουδά. Ο βασιλιάς καταστεναχωρήθηκε και πήγε στο δάσος να κλάψει με την ησυχία του. Εκεί συνάντησε την κουκουβάγια που και κείνη είχε τις στεναχώριες της. Δεν έβρισκε κανέναν μουσικό για την μεγάλη γιορτή, την νύχτα της αυγουστιάτικης πανσελήνου και ήταν σε απόγνωση. Τότε, ήρθε η μεγάλη ιδέα στην κουκουβάγια, εκείνη της συνεργασίας των δύο « λαών» και όλα άρχισαν να παίρνουν μια ευχάριστη εξέλιξη. Τα τζιτζίκια θα έφτιαχναν μια τεράστια χορωδία και ορχήστρα με μαέστρο τον ίδιο τον βασιλιά και θα αποκτούσαν επιτέλους μια δουλειά, και οι κουκουβάγιες θα είχαν αυτό που επιθυμούσαν για την γιορτή της Κουκουβάγιας, χορωδία και μουσική! Οι πρόβες άρχισαν και σαν έφτασε η μεγάλη στιγμή, όλα ήταν υπέροχα. Ακόμα και το ίδιο το φεγγάρι άρχισε να χαμογελάει από ευχαρίστηση , σαν άκουσε αυτήν την θεσπέσια μελωδία, κάτι που συνέβαινε για πρώτη φορά ύστερα από αιώνες ατελείωτων μοναχικών περιπάτων του στον ουρανό.
Συνεργασία λοιπόν, φιλία και έξυπνες λύσεις και τι άλλο μια βραδιά μαγική με οδηγό τον μάστορα της νύχτας του καλοκαιριού, την Αυγουστιάτικη Πανσέληνο !
6. Που πήγε το φεγγάρι απόψε; Βούλα Μάστορη,( εικον: Σόνια Μηταλιά) εκδ. Πατάκης
Το φεγγάρι στα παραμύθια έχει συνήθως γελαστό, κίτρινο πρόσωπο, κάνει βόλτες τα καλοκαιρινά βράδια στο στερέωμα ή στους κήπους και παρέα σε όλους τους ανθρώπους μα πιο πολύ σ ΄όλα εκείνα τα παιδιά που ξενυχτούν ή που κοιμούνται έξω τις νύχτες που η ζέστη είναι αφόρητη, για λίγη δροσιά. Έτσι τούτο το φεγγάρι στην ιστορία της κ. Βούλας , μιας ιστορίας που ίσως και να την έζησε μαζί με τα αδέλφια της, θέλοντας να μάθει με κάθε τρόπο για το τι είναι επιτέλους αυτή η Σελήνη, οι φάσεις και ο προορισμός της. Την είπαν λοιπόν με τρόπο επιστημονικό, με ποιητικό και με τον πιο όμορφο απ΄όλους , τον παραμυθένιο, αυτόν που όλα μπορούν να συμβούν. Ίσως να πουν και να ακούσουν ένα σωρό φεγγαροκουβέντες.
Κι αφού όλα μπορούν να συμβούν στα παραμύθια , ίσως το φεγγάρι να φυλακιστεί για λίγο στον κήπο και να τα « πει» λιγάκι με την Αφροδίτη. Κι εκείνη θα προσπαθήσει να φτιάξει ένα φεγγάρι καταδικό της, με ασημόχαρτο και χάντρες και άλλα πολύτιμα κι ένα τζάμι να το σκεπάζει πάνω από την μικρή του τρύπα στο χώμα. Και αν μείνει για πάντα εκεί να λάμπει και να γίνει φίλος της; Να μείνει εκεί; Ε, τότε το φεγγάρι θα της λέει πολλές κουβέντες… Οι άνθρωποι όμως θα το ψάχνουν στον ουρανό κι ας έχει πραγματοποιήσει η Αφροδίτη το όνειρό της. Που πήγε άραγε το φεγγάρι, ενώ θα έπρεπε να λάμπει απόψε, θα αναρωτιούνται όλοι …
Μια μόνο νύχτα , μέσα σε ένα παραμύθι το φεγγάρι θα βρεθεί σε έναν κήπο , παρέα μόνο με ένα κοριτσάκι κι αυτό ώσπου να ακουστεί η δυνατή φωνή του μπαμπά να λέει σε όλους καληνύχτα !
Έτσι είναι οι νύχτες με φεγγάρι, ξυπνούν ιστορίες, ανθρώπους και όμορφες στιγμές γεμάτες με ασημένιο φως και φεγγαροκουβέντες !
7. Τρεις φορές κι έναν καιρό σ έναν πλανήτη μακρινό, Λότη Πέτροβιτς – Ανδρουτσοπούλου( εικον. Άννα Μενδρινού – Πέτρος Ζαμπέλης), εκδ. Πατάκη
Υπάρχει κάπου στο διάστημα μακριά ένας πλανήτης με ένα περίεργο όνομα. Τον λένε Αμυαλία και μοιάζει πολύ με τη γη. Εκεί ζει κι ένα μικρό αγόρι, ο Εξυπνούλης… Όλα κυλούσαν κανονικά , ώσπου μια μέρα εμφανίστηκε στον ουρανό του ένα τεράστιο πορτοκαλί ,μαγικό, αστέρι, ο Αστερίσιος. Είχε ανθρώπινη λαλιά και έκανε τις επιθυμίες των κατοίκων του μικρού πλανήτη , πραγματικότητα. Γέμισε αυτοκίνητα, καράβια και χρυσάφι. Το αστέρι δεν ήθελε κανένα παραπονούμενο κάτοικο, αλλά όπως συμβαίνει συχνά με τους ανθρώπους που δεν ευχαρίστιουνται εύκολα με ότι τους δωρίζεται, εκείνοι συνέχισαν να γκρινιάζουν και να φωνάζουν γιατί δεν ήξεραν πώς να χειριστούν τις καινούργιες καταστάσεις. Μέχρι και σε δύο στρατόπεδα χωρίστηκαν κι ετοιμάστηκαν να κάνουν πόλεμο. Τότε το δάκρυ του μικρού αστεριού έσταξε πάνω στον Εξυπνούλη κι εκείνος κατάλαβε πως το μόνο πράγμα που ήθελε η χώρα τους ήταν …αγάπη. Ο Εξυπνούλης ζήτησε από τον Αστερίσιο να τους χαρίσει κάτι που θα χαρούν τα παιδιά γιατί οι επιθυμίες των μεγάλων μόνο μπελάδες θα μπορούσαν να τους φέρουν. Η Αμυαλία γέμισε με όμορφους κήπους, οι αρρώστιες χάθηκαν και το φαγητό δεν έλλειψε ποτέ πια από κανέναν.
Μιαν άλλη φορά ο Εξυπνούλης που σαν μεγαλώσει ήθελε να γίνει αστροναύτης, όπως πολύ σωστά είχε διαβάσει τη σκέψη του ο Αστερίσιος, ακολούθησε μια αποστολή μεγάλων στο διάστημα που προσπαθούσαν να βρουν την αρχή και το τέλος του κόσμου. Τη λύση στο « πρόβλημα» των μεγάλων ,τη βρήκε αυτός, σύμφωνα με όσα είχε μάθει στο σχολείο, για το… άπειρο.
Και στην τελευταία του περιπέτεια ακούει την μυστική συζήτηση των χρωμάτων στο ξέφωτο του δάσους. Συζητούσαν για την δυσαρέσκεια τους από την συμπεριφορά των ανθρώπων και το σχέδιο τους να μετοικήσουν σε νέους πλανήτες. Έτσι τα χρώματα άρχισαν να εξαφανίζονται το ένα μετά το άλλο και να δημιουργούνται χίλια μύρια προβλήματα στην καθημερινότητα των κατοίκων της Αμυαλίας. Μόνο το μαύροέκανε μια μικρή χάρη στον Εξυπνούλη που στάθηκε μοιραία. Άφησε στην μύτη ενός μολυβιού το χρώμα του. Ένα άσπρο σύννεφο που φτιάχτηκε από ένα απελπισμένο ζωγράφο βοήθησε να μεταφέρει το μήνυμα που έγραψε με το μολύβι του ο Εξυπνούλης στα χρώματα και να τα συγκινήσει ώστε να επιστρέψουν στον μικρό πλανήτη…
Κι όλοι έζησαν καλά κι οι κάτοικοι της Αμυαλίας ακόμα καλύτερα.
Μια ιστορία με την αστείρευτη φαντασία και το μοναδικό ταλέντο της κ. Λότης που επάξια τιμήθηκε με το βραβείο του Κύκλου Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου για την πρωτοτυπία και την ευρηματικότητα των επεισοδίων της σύμφωνα με το πνεύμα της εποχής.
8. Είναι κάτι που μένει, Βασίλης Κουτσιαρής, (εικ. Κατερίνα Βερούτσου), εκδ. Παρρησία
Αν ένα παιχνίδι μπορούσε να μιλήσει, τι θα έλεγε άραγε; Αν το κακομεταχειριζόταν μήπως κι εκείνο ένοιωθε μοναξιά, απογοήτευση, θλίψη και πόνο όπως κι εμείς κάποιες φορές; Συνήθως οι άνθρωποι, μικροί ή μεγάλοι, έχουν ξεσπάσματα σε άψυχα αντικείμενα ή σ΄αυτά που νομίζουμε πως είναι άψυχα αλλά που μπορεί και να μην είναι… Η κούκλα της Μαρίνας είναι από εκείνα τα παιχνίδια που νοιώθουν την τάση της φυγής, της ελευθερίας και που συχνά πέφτει θύμα των βίαιων ξεσπασμάτων της καταλήγοντας κάποια στιγμή έξω από το σπίτι, πεταμένη , στην όχθη ενός μικρού ρυακιού . Εκεί θυμήθηκε πως ξεκίνησε η ζωή της . Πως από ένα μικρό μπλε πανί με τη βοήθεια των φίλων της, του αέρα, της άμμου και του ήλιου βρέθηκε στα χέρια της μικρής Μαρίνας, που η μητέρα της την μετέτρεψε σε μια πάνινη κούκλα.
Κι όπως συμβαίνει συχνά στα μικρά παιδιά, όταν τη βαρέθηκε, η ζωή της έγινε δύσκολη. Την πέταγαν, την έσπρωχναν, την έκρυβαν σε σκοτεινά μπαούλα και όλα ήταν δυσάρεστα. Ευτυχώς το νερό από το ρυάκι και τη βροχή λίγο πριν βουλιάξει τελείως, την ξύπνησε από αυτό το όνειρό της που ενώ είχε αρχίσει να γίνεται εφιάλτης. Ένα άλλο κοριτσάκι η Ζωή την πήρε κοντά της και αγαπήθηκαν από την πρώτη στιγμή. Και παρά τις δυσκολίες και τα ξεσπάσματα της Μαρίνας όταν την είδε στο σπίτι της φίλης της μια νέα φιλία γεννήθηκε μεταξύ τους που κράτησε για πάντα…
Τρυφερή, αληθινή και νοσταλγική η ιστορία του Βασίλη Κουτσιαρή. Με μια απίθανη εικονογράφηση της Κατερίνας Βερούτσου , ένα βιβλίο γεμάτο συναισθήματα, συγκινήσεις αλλά και αλήθειες από τον κόσμο των μικρών παιδιών. Η σχέση τους με τα παιχνίδια, η δύναμη της φιλίας , της αγάπης ,της εκτίμησης και του σεβασμού , όχι μόνο απέναντι σε ανθρώπους αλλά και στα πράγματα που μας συντροφεύουν και ομορφαίνουν τη ζωή μας κι ας είναι φτιαγμένα από ένα κομμάτι μπλε πανί, λίγη άμμο, μια βελόνα, μια κλωστή και από μια απλή ραπτομηχανή.
Το βιβλίο έχει πάρει έπαινο από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών και το βραβείο για συγγραφέα και εικονογράφο για το 2013, του Ελληνικού Κύκλου Παιδικού Βιβλίου.
Ο κύκλος με τα παραμύθια του καλοκαιριού τελειώνει εδώ… Ραντεβού και πάλι το φθινόπωρο , με πολλά βιβλία, ιστορίες, παραμύθια για όλα αυτά τα θαυμαστά που γράφουν οι άνθρωποι που ζουν συντροφιά με την φαντασία τους!
Καλή αντάμωση!
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ στις 2 Σεπτεμβρίου 2014 :http://www.patris.gr/articles/268067?PHPSESSID=5sh7rat8l9pcrkgj72i7kmhhk2#.VAYw9qPVK6E